Jul 10, 2009
Μια αμπάλατη μέρα
Έτυχεν σας ποτέ να ξυπνήσετε ένα πρωί τζιαι να νιώθετε πως εν είσαστε σε φόρμα, με αποτέλεσμα να σας πιέννουν ούλλα αδικαιολόγητα στραβά τζιαι για κάμποση ώρα να μεν μπορείτε να ξεφύετε που τη σύγχυση;
Ε, σήμερα ήταν μια που τούτες τις αμπάλατες μέρες για μένα, τζι ήθελα να φακκώ την τζεφαλή μου πάνω στον τοίχο για να φέρω τα μίλια μου.
Επήα που λέτε στο pet shop της γειτονιάς μου, για να πιάσω λουρί για τον shύλλο μου, διότι το άλλο που του είχα εκαταβρόχθησεν το (εν άλλη ιστορία τούτη).
Μπαίνω στο μαγαζί, διώ ένα γυρό τζιαι πάω μπροστά στα accessories για τους shύλλους. Είχεν ειδικά κόκκαλα για μάσιμαν, κάτι άλλα πλαστικά για τα δόντια τους τζιαι διάφορα παιχνίθκια. Όμως επειδή ήταν μια που τούτες τις μέρες που σας επερίγραψα πιο πάνω, δεν εshιάστηκα τα λουριά που ήταν μπροστά μου.
Είδεν με ο τύπος που ήμουν χαντακομένος, τζιαι ερώτησε με ευγενικά αν θέλω βοήθεια. Είπα του τζιαι γω ότι έψαχνα για λουριά των σκύλλων τζιαι έμεινε τζι εθώρεν με περίεργα. Ύστερα που 5-6 δευτερόλεπτα σιωπής (φαντάζουμαι εσκέφτετουν πώς να μου το πει καλύτερα για να μεν προσβαλτώ) έδειξε μου πως τα λουριά ήταν μπροστά μου, έτοιμα να με φαν.
Μέσα στην αντροπήν εγώ έπιασα στα γλήορα έναν που μου εφάτσαρεν (τελικά ήταν καλή επιλογή) τζιαι μετά επήα να πκερώσω.
Πάει ο άνθρωπος γεμάτος ευγένεια πάντα στο ταμείο, κτυπά την τιμή: "Ένδεκα πενήντα", λαλεί μου.
Έλα όμως που ο νους μου μέσα στη σύγχυση έκαμε λάθος επεξεργασία της κουβέντας που άκουσε;
Το processing του μυαλού μου έφκαλε "Εν δέκα πενήντα" τζι έτσι με μια βεβαιότητα έφκαλα το δεκάευρω τζιαι πενήντα σεντς. Έβαλα τα στον πάγκο, έπιασα τη σακούλα τζι επερίμενα για την απόδειξη για να φύω.
Ο άνθρωπος έμεινε τζι εθώρεν χασκιασμένα, τζι άρκεψα να νευριάζω τζιαι να σκέφτουμαι πως εν αμπάλατος. Τελικά ήμουν εγιώ. Μέσα στην αντροπήν που είχα ήδη που την ιστορία με το λουρί, άρκεψα να ξανασκέφτουμαι την κουβέντα που μου είπεν, τζιαι εκατέληξα πως μπορεί τελικά να ήταν το ποσό 11.50 τζιαι όι 10.50.
Βάλλω τζιαι το υπόλοιπο ένα ευρώ τζι αμέσως ο άνθρωπος έπιασε τα λεφτά, έβαλεν τα στη ταμειακή μηχανή τζι έφκαλεν την απόδειξην. Σαν τα μηχανήματα αναψυκτικών που αν δεν βάλεις το σωστό ποσόν, εν θα σου δώκουν την Κόκα-Κόλαν, όσο τζιαι να πατάς το κουμπί...
"Ευχαριστώ πολύ", είπεν τζι εγώ μέσα στο ρεζίλεμα της όλης κουβέντας, έκαμα χειρότερα τα πράματα.
Ακόμα εν ξέρω πώς μου ήρτεν, αλλά αντί για "παρακαλώ", ή "γεια σας", τι νομίζετε πως μου ήρτε να πω μέσα στο καταμεσήμερο τζιαι μέσα στον λάλλαρον;
"Καληνύχτα"!
Ήταν η ολοκλήρωση της καταστροφής...
Ευτυχώς τη στιγμή που το είπα ήταν την ώρα που εγύρισα πλάτη για να φύω, οπότε εν είδα αντίδραση. Με γλήορο βήμα έφυα που το μαγαζί τζι έστριψα στο πρώτο καντούνι που ήβρα, γιατί αν δεν με έφκαλε μαστούρη ο άνθρωπος που τις πρώτες 2 κουβέντες (τη στραβομάρα τζιαι την κουφαμάραν), σίουρα με το "καληνύχτα" εν να τον έπεισα πως μάλλον εν χασικλομένος που ήμουν.
Εκτός τζι αν είχε τζιαι τζείνος μια που τζίνες τις ασυνήθηστες μέρες σήμερα, τζιαι για αυτό εν μου ελάλεν κουβέντα ή δεν είχε καμιά αντίδραση στες πελλάρες που του είπα...
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment